βίβα φίλοι (τραγούδι)
Σ’ ένα υπόγειο καπηλειό στης Κοκκινιάς τα μέρη
όπου τ’ ανθρώπου η μοναξιά το διάλεξε λημέρι
ήταν ’να βράδυ βροχερό η μοίρα να με στείλει
και με λαχτάρα περισσή
μπήκα για μια γουλιά κρασί
σ’ αυτό το φτωχοκαπηλιό, π’ ώμοσαν βίβα φίλοι.
Μια ταμπελίτσα έγραφε στη πόρτα κρεμασμένη
μια φράση που απ’ τον καιρό ήταν σχεδόν σβησμένη
«Αφού η ζωή ’ναι λιγοστή
κι είναι ταγμένη να σβηστεί
σαν φλόγα σε καντήλι,
μπείτε σ’ αυτό το καπηλειό
και πίνοντας κρασί παλιό
πέστε της, βίβα φίλοι !»
Μπήκα κι εγώ κι αντίκρισα, την ερημιά ενός ξένου
ενός φτωχού τη μοναξιά, κι ενός αποδιωγμένου
τη θλίψη που τους μόνιασε και γίνανε τρεις φίλοι
ώσπου κι εγώ στη συντροφιά
προστέθηκα κι από καρδιά
σκούντησα τα ποτήρια τους λέγοντας, βίβα φίλοι...!
Στράγγισα το παλιό κρασί σε κούπα ραγισμένη
σαν τη καρδιά μ’ ακούγοντας τι μου ’παν οι τρεις ξένοι:
«Αφού η ζωή ’ναι λιγοστή
κι είναι ταγμένη να σβηστεί
σαν φλόγα σε καντήλι,
μπείτε σ’ αυτό το καπηλειό
και πίνοντας κρασί παλιό
πέστε της, βίβα φίλοι !»
© 2023 Created by AEPI SA.
Με την υποστήριξη του
Πρέπει να είστε μέλος του MusicUnites.gr Forum για να προσθέσετε σχόλια!
Γίνετε μέλος του MusicUnites.gr Forum